ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ ΣΑΡΩΣΗΣ: Ορθοπανοραμικό – KAVO OP 3D Pro
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΔΟΣΗ: – 1.040 mGycm2 – 16,37 s – 66,00 kV – 10,00 mA
ΚΛΙΝΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ: Απαιτείται εξέταση από ειδικό για μια πρώτη, γενική κλινική αξιολόγηση, για Εμφυτευματολογικούς σκοπούς, στο επίπεδο της άνω γνάθου – αριστερό τεταρτημόριο. Ο ασθενής παραπονείται για ενόχληση/πόνο στην πλάγια περιοχή της δεξιάς κάτω γνάθου. Αντοχή στη φαρμακολογική θεραπεία.
ΑΚΤΙΝΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ
- Το πάχος του φλοιού εμφανίζεται εντός φυσιολογικών ορίων.
- Η μυελική δοκιδωτή αρχιτεκτονική εμφανίζεται χωρίς παθολογικές αλλαγές.
- Ήπια σημεία περιοδοντοπάθειας.
- Διάβρωση του 15 σε επίπεδο τραχήλου.
- Δε βρέθηκαν ραδιοδιαφανείς περιακρορριζικές αλλοιώσεις.
- Προσδιορίστηκε ραδιοδιαφάνεια σε μορφή κύστης με ακτινοσκιερό φωτοστέφανο στην περιακροριζική ανατομική θέση 4,8 κάτω από το κανάλι της κάτω γνάθου. (Κύστη Stafne / κοιλότητα οστού;)
- Συνιστάται περαιτέρω έρευνα με χρήση CBCT.
ΕΙΣ ΒΑΘΟΣ…
Η κύστη Stafne (ή οστική κοιλότητα) είναι μια στρογγυλεμένη περιοχή που ξεκάθαρα οριοθετημένη σε μια ακτινογραφία. Εμφανίζεται χωρίς συμπτώματα.
Περιγράφηκε για πρώτη φορά το 1942 ως κοιλότητα της επιφάνειας της κάτω γνάθου, από τη γλωσσική πλευρά. Προηγουμένως αναφερόταν με τα ονόματα «στατική οστική κύστη», «ιδιοπαθής οστική κοιλότητα Stafne» και «εγκλεισμός ιστού σιελογόνων αδένων». Το τελευταίο όνομα περιγράφει πολύ καλά την προέλευση του, λόγω του εγκλεισμού σε εμβρυϊκό στάδιο ανάπτυξης της κάτω γνάθου, του ιστού των σιελογόνων αδένων μέσα στο σώμα του οστού.
Αυτή η παθολογία είναι μια σπάνια, καλοήθης, ασυμπτωματική βλάβη που είναι δύσκολο να εντοπιστεί σε αντικειμενική κλινική εξέταση. Η παθογένεια δεν είναι ακόμη εντελώς ξεκάθαρη. Στην ακτινολογική εξέταση εμφανίζεται ως μονή, ακτινοδιαφανής, καλά οριοθετημένη φθορά στην περιοχή μεταξύ του πρώτου γομφίου και της γωνίας της κάτω γνάθου, κάτω από τον κάτω κυψελιδικό σωλήνα.
ΠΑΘΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΓΝΩΣΗ
Οι αλλοιώσεις που μπορούν να εντοπιστούν ακτινολογικά χωρίζονται σε τέσσερις ομάδες:
- καλά οριοθετημένες αλλοιώσεις,
- ραδιοδιαφανείς αλλοιώσεις που δεν είναι καλά οριοθετημένες,
- μικτές ακτινοδιαφανείς αλλοιώσεις,
- ακτινοδιαφανείς αλλοιώσεις.
Η πιο πρόσφατη ταξινόμηση από τον ΠΟΥ (Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας) διακρίνει τις αλλοιώσεις με βάση ιστο-αιτιοπαθογενετικά κριτήρια και είναι η πιο ευρέως αποδεκτή και χρησιμοποιούμενη ταξινόμηση μέχρι σήμερα.
Η κύστη Stafne ταξινομείται ως ακτινοδιαφανής αλλοίωση στην ακτινογραφία.
Μια ραδιοδιαφανής αλλοίωση μπορεί να οριστεί ως φθορά που κατά την ακτινολογική εξέταση, έχει χαμηλότερη οστική πυκνότητα από το περιβάλλοντα υγιές οστό.
Οι παθολογικές διεργασίες που μπορούν να δημιουργήσουν μια τέτοια κλινική εικόνα είναι ποικίλες (λοιμώδεις, φλεγμονώδεις, νεοπλασματικές, τραυματικές). Σε όλα τα περιστατικά πρόκειται για οστεολυτικές αλλοιώσεις, στις οποίες η δραστηριότητα των οστεοκλαστικών διεργασιών έχει κατακλύσει εκείνη των οστεογενετικών διεργασιών, με αποτέλεσμα την παθολογική διαδικασία.
Η διάγνωση φαίνεται σχετικά απλή, όταν το κενό εμφανίζεται στην πιο συχνή και χαρακτηριστική του μορφή, ενώ σε άλλες περιπτώσεις είναι σημαντικό να γίνει περαιτέρω διαγνωστική διερεύνηση για να επιβεβαιωθεί η πιθανή διάγνωση και η εξέταση που πραγματοποιείται για την περαιτέρω αναγνώριση και διάκριση της αλλοίωσης είναι η CBCT.
Η κύστη Stafne δε χρειάζεται θεραπεία. Η περιοδική ακτινολογική παρακολούθηση ενδείκνυται για τον αποκλεισμό μεταβολών, αλλαγών στην όψη της αλλοίωσης ή του εκφυλισμού διαφόρων ειδών.